Του Γ.Βασσάλου
Όταν, το 2004, η ΕΕ διευρυνόταν προς ανατολάς με την ένταξη οκτώ ανατολικό-ευρωπαϊκών χωρών, η ρητορεία περί «επανένωσης της Ευρώπης» είχε φτάσει στο απόγειό της. Η «Ευρώπη» είχε νικήσει τους «δίδυμους ολοκληρωτισμούς των φασιστικών και κομμουνιστικών καθεστώτων» και πλέον η «λεωφόρος της δημοκρατίας και της ευημερίας» ήταν ανοιχτή.
«ΦΤΙΑΧΝΟΝΤΑΣ» ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Αυτό βέβαια που «ξέχναγε» να εξηγήσει η κυρίαρχη προπαγάνδα ήταν πότε ακριβώς ήταν προηγούμενα ενωμένη η Ευρώπη. Η αλήθεια είναι ότι τελευταία φορά που είχαν ακουστεί πανηγυρισμοί για την επίτευξη της «ενοποίησης» της Ευρώπης ήταν από τους υποστηρικτές του Ναζισμού κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Γερμανός φιλελεύθερος πολιτικός Hjalmar Schacht έγραφε ήδη το Γενάρη του 1933 στον επικεφαλής του «Πανευρωπαϊκού Κινήματος» Coudenhove-Καλλέργη του οποίου ήταν συμπαθών: «o Χίτλερ είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί επαναπροσεγγίσει τη Γερμ� �νία με τις δυνάμεις της Δύσης. Θα δείτε! Ο Χίτλερ θα φτιάξει την Πανευρώπη».
Ο Coudenhove-Καλλέργης θεωρείται ένας από τους «πατέρες» της σημερινής ΕΕ. Πρόσφατα μάλιστα ο πρόεδρος του Συμβουλίου της ΕΕ, Herman Van Rompuy, τιμήθηκε με το «βραβείο Coudenhove-Καλλέργη». Όταν ο Καλλέργης ίδρυσε το κίνημα του το 1922, η βασική απειλή απέναντι στην οποία η Ευρώπη έπρεπε να ενωθεί ήταν η Σοβιετική Ένωση, αλλά και η Τρίτη Διεθνής. Αργότερα στη δεκαετία του '30 υιοθέτησε τη θεωρία των «δύο άκρων», καθότι ο « ευρωπαϊκός πολιτισμός» έπρεπε να αμυνθεί τόσο απέναντι στον κοινωνικό πόλεμο των κομμουνιστών, όσο και στον εθνικό του Χίτλερ. Ο οπαδό ς του H. Schacht, ωστόσο, που συχνά άνοιγε τις συγκεντρώσεις των Πανευρωπαϊστών, προτίμησε να διαλέξει άκρο και λίγες μέρες μετά το σχηματισμό της δεύτερης κυβέρνησης συνασπισμού ανάμεσα στοΣυντηρητικό Κόμμα (DNVP) και τους Ναζί επαναδιορίστηκε πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας και εφάρμοσε πολιτικές συμπίεσης των μισθών όπως και αργότερα σαν υπουργός οικονομικών του Χίτλερ.
Κάποια χρόνια αργότερα, ο ηγέτης του γαλλικού δωσιλογικού κόμματος «Λαϊκή Εθνική Συσπείρωση» Marcel Déat έγραφε, λίγες μέρες μετά την επίθεση των Ναζί στη Σοβιετική Ένωση: «ο ευρωπαϊκός πόλεμος παίρνει τώρα το αληθινό του νόημα, αυτό της κοινής άμυνας ενάντια στο μπολσεβικισμό και μιας μεγάλης επανάστασης για να οικοδομήσει την Ευρώπη και να φτιάξει ένα νέο πολιτισμό».
Το σύνθημα για «φτιάξιμο ή οικοδόμηση της Ευρώπης» είναι σήμερα στα χείλη των περισσοτέρων κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων. Όταν τα ναζιστικά στρατεύματα προχωρούσαν μέσα στο σοβιετικό έδαφος, οι Γάλλοι δωσίλογοι επίχαιραν: «σήμερα, η Ουκρανία, ο σιτοβολώνας της Ρωσίας, που μόλις χθες ήταν εκτός Ευρώπης, επιστρέφει στην ευρωπαϊκή κοινότητα». Εκπληκτική είναι η ομοιότητα με τη σημερινή αντίληψη περί κινητών ορίων της Ευρώπης με βάση πολιτικά κριτήρια. Συνέχιζαν όμως οι δωσίλογοι: «η μερίδα ψωμιού μπορεί τώρα να αυξηθεί στη Γερμανία. Κ ι αν είναι λογικό και δίκαιο, ο γερμανικός λαός να επωφεληθεί πρώτος από τον κόπο του και τα κεκτημένα του, αύριο όλη η Ευρώπη θα δει να αυξάνεται η μερίδα του ψωμιού». Θυμίζει τη λογική των σημερινών Νεοφιλελεύθερων που θεωρούν ότι είναι δίκαιο η Γερμανία να πλήττεται λιγότερο από την κρίση καθότι οι Γερμανοί «έκαναν τον κόπο» να κάνουν «μεταρρυθμίσεις όταν έπρεπε» και οι υπόλοιποι δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε το παράδειγμα τους, ώστε κάποια στιγμή να έχουμε κι εμείς ανάπτυξη και λιγότερη ανεργία.
Η ναζιστική προπαγάνδα χρησιμοποίησε τις παν-ευρωπαϊστικές ιδέες που είχε διασπείρει το κίνημα του Coudenhove-Καλλέργη ώστε να εξασφαλίσει τη συνεργασία των κρατικών υπαλλήλων με τον κατακτητή στη Γαλλία και πολλές άλλες χώρες. Ο Καλλέργης και πολλοί άλλοι ευρωπαϊστές λούφαξαν κατά τη διάρκεια του πολέμου μη συμμετέχοντας στην αντιφασιστική πολεμική προσπάθεια, ενώ πολλοί οπαδοί τους συνεργάστηκαν ενεργά με τους Ναζί.
«ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ = ΕΓΚΛΗΜΑ»
Στα τέλη του 20ου αιώνα, η κίνηση για την ολοκλήρωση της ευρω-ενωσιακής αγοράς συνέπεσε με την πτώση των, δυστυχώς, γραφειοκρατικών και χωρίς εργατική δημοκρατία συστημάτων του πρώιμου σοσιαλισμού και την εκεί πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού. Η στιγμή είχε έρθει λοιπόν η Ευρώπη να «ξανα-ενωθεί» μέσα σε πανηγυρισμούς για την αποτυχία του πρώτου μεγάλης έκτασης σοσιαλιστικού εγχειρήματος στο έδαφός της και έντονης καταδίκης της κομμουνιστικής, μαρξιστικής και κάθε ιδεολογίας που καλούσε στην ανατροπή του καπιταλισμού, ο οποίος αναβ απτιζόταν σε «οικονομία της αγοράς».
Επί είκοσι χρόνια προωθήθηκε μέσα από δραστηριότητες διαφόρων τύπου, η ρητορεία περί «ολοκληρωτικών καθεστώτων», των ισότιμα επικίνδυνων «κόκκινου και μαύρου αυταρχισμού», της ταύτισης του Στάλιν με το Χίτλερ κλπ.. Ανάμεσα στα νέα κράτη-μέλη της ΕΕ με τη διεύρυνση του 2004 ήταν και τρεις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες: η Εσθονία, η Λιθουανία και η Λετονία. Με την υποστήριξη των αμερικανών και ευρωπαίων μεντόρων τους, οι κυβερνήσεις τους έβαλαν ως όρο της ένταξή τους (!), τη ρητή καταδίκη του κομμουνισμού.
Το 2008 ήρθε η πρώτη επισημοποίηση των δογμάτων αυτών από την ΕΕ με την καθιέρωση της 23ηςΑυγούστου ως «ευρωπαϊκής μέρας μνήμης των θυμάτων του Σταλινισμού και του Ναζισμού». Ολοκληρώθηκε το 2009 με την υπερψήφιση του Ψηφίσματος «σχετικά με την ευρωπαϊκή συνείδηση και τον ολοκληρωτισμό» από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η αγγλική εκδοχή του κειμένου αυτού μιλά για «κοινή κληρονομιά (common legacy) των φασιστικών και κομμουνιστικών καθεστώτων» με τρόπο εντελώς ανιστόρητο και προσβλητικό για τους εκατομμύρια κομμουνιστές και τους συναγωνιστές τους που έδωσαν πλάι στη Σοβιετική Ένωση ένα τιτάνιο αγώνα κατά του φασισμού πριν, κατά τη διάρκεια και πολλές φορές και μετά τον πόλεμο πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, εξοριών και βασανιστηρίων.
Η ελληνική μετάφραση του κειμένου αλλάζει το νόημα μιλώντας για την Ευρώπη που πρέπει να αναγνωρίσει «τα φασιστικά και κομμουνιστικά καθεστώτα ως μέρος της κοινής ιστορίας της». Το μεταφραστικό «λάθος» αυτό μάλλον δεν είναι πολιτικά ουδέτερο, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι εκ μέρους της προ-μνημονιακής Ελλάδας τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ δεν είχαν τολμήσει να υπερψηφίσουν το κατάπτυστο αυτό κείμενο.
Οι δεξιές κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης προωθούσαν μια πιο σκληρή εκδοχή του που καταδίκαζε γενικά τον «κομμουνισμό» ως εγκληματική ιδεολογία, και όχι απλά τα «κομμουνιστικά καθεστώτα». Η πλειοψηφία της δυτικο-ευρωπαϊκής δεξιάς ήταν έτοιμη να στηρίξει την εκδοχή αυτή, αλλά χρειαζόταν να έρθει σε συμβιβασμό με ορισμένους σοσιαλδημοκράτες που «έκαναν τους δύσκολους», ώστε να εξασφαλίσει τις απαιτούμενους ψήφους στην ολομέλεια του ευρω-κοινοβουλίου. Και μόνο η συζήτηση όμως γύρω από μια τέτοια διατύπωση, δείχνει καθαρά ότι απώτε ρος στόχος του ψηφίσματος αυτού είναι η ποινικοποίηση του Κομμουνισμού με την ευρεία έννοια, της ιδέας δηλαδή ότι η λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας μπορεί να βασιστεί στην κοινοκτημοσύνη της υλικής και πνευματικής παραγωγής. Η «δημοκρατία» στη λογική τους ταυτίζεται με το απαραβίαστο της ατομικής και εταιρικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και άρα οποιαδήποτε αντικαπιταλιστική τάση πρέπει να θεωρείται εγκληματική.
Προς το τέλος του κειμένου λέγεται ότι για τα θύματα «δεν έχει σημασία ποιο καθεστώς τους αφαίρεσε την ελευθερία, τους βασάνισε ή τους δολοφόνησε, για οποιονδήποτε λόγο», αλλά φυσικά παραλείπεται οποιαδήποτε αναφορά σε μαζικές εκτελέσεις και βασανισμούς που διεπράχθησαν από αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες τόσο σε αποικίες και ξένα εδάφη, όσο και στο ίδιο τους το έδαφος (όπως πχ. η σφαγή των Αλγερινών στο Παρίσι το 1961).
ΝΕΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ
Ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυψε πρόσφατα ένα κονδύλι του προϋπολογισμού της ΕΕ ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη διοργάνωση προγραμμάτων με στόχο «να κρατηθεί ζωντανή η μνήμη των θυμάτων του Ναζισμού και του Σταλινισμού (…) και να βελτιωθεί η γνώση (…) σχετικά με τη μαζική εξολόθρευση [αμάχων] πολιτών». Από το κονδύλι αυτό εισέπραξε φέτος 60.909 ευρώ το Λιθουανικό ερευνητικό κέντρο για τη «Γενοκτονία και την Αντίσταση» (LGGRTC) το οποίο τιμά ως εθνικό ήρωα τον Povilas Plechavičius αρχηγό της LVR ή Litauische Sonderverbände, μιας ομάδας που πολέμησε τον Κόκκινο Στρατό κάτ ω από τις εντολές της Βέρμαχτ. Χρήματα λοιπόν των ευρωπαίων φορολογουμένων, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων – ένα ποσοστό πχ. του ΦΠΑ που πληρώνουμε πάει κατευθείαν στην ΕΕ – χρησιμοποιούνται για να δοξάζεται η μνήμη τέτοιων ανθρώπων. Δε θα ήταν απίθανο στο μέλλον, να χρηματοδοτηθούν από το κονδύλι αυτό το γυάλισμα του μνημείου των εσθονικών Ες-Ες στο Λίχουλα ή το μνημείο των ηττημένων ταγματασφαλιτών στο Μελιγαλά. Κατά τα άλλα, η ΕΕ θα πρέπει να μας εξηγήσει που ακριβώς στο έδαφός της έγινε μαζική εξολόθρευση αμάχων από «σταλινικούς� � για να πρέπει να τη μνημονεύουμε.
Τον Οκτώβρη του 2013, η ευρωπαϊκή αρχή για τα θεμελιώδη δικαιώματα (FRA) δημοσίευσε τη συμβολή της για το νέο πρόγραμμα-πλαίσιο για το ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Σε αυτή θεωρεί αδόκιμο να χρησιμοποιούνται οι όροι «δεξιός» ή «αριστερός εξτρεμισμός» – τους οποίους κατά τα άλλα, βάζει στο ίδιο καλάθι – γιατί έτσι «συσκοτίζεται», λέει, το ρατσιστικό, αντισημιτικό ή ομοφοβικό κίνητρο των εγκλημάτων. Μας λέει ακόμα ότι πολύ μικρό ποσοστό των ρατσιστικών επιθέσεων γίνεται από ακρο-δεξιούς. Μάλλον θα θεωρούν ότι οι ρατσιστικές επιθέσεις γίνοντ αι από οργισμένες μαζορέτες ή άνεργους ναυαγοσώστες. Δεν εξηγούν επίσης αν έχουν ποτέ ακούσει για αριστερές ομάδες που κυνηγούν μετανάστες. Μ'αυτά και μ'άυτά όμως, η ΕΕ κλείνει απολύτως τα μάτια στο είδος του εγκλήματος που είχαμε στην περίπτωση του Παύλου Φύσσα: την πολιτική δολοφονία. Το να ξεκινούν κάποιες ομάδες (μάλλον ακροδεξιές παρά.. ναυαγοσωστικές) να σκοτώνουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Αυτό ταιριάζει απόλυτα με τον τρόπο, που επιλέγουν να μνημονεύουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, παραβλέποντας ότι εκεί δε μαρ� �ύρησαν άνθρωποι μοναχά λόγω της εβραϊκής, τσιγγάνικης ή άλλης καταγωγής τους, αλλά και λόγω των πολιτικών τους ιδεών. Ίσως να μην είναι τόσο περίεργο αν αναλογιστούμε ότι πρόκειται στην ουσία για τις ίδιες πολιτικές ιδέες – αυτές του αντικαπιταλισμού, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού – τις οποίες τώρα προσπαθούν να ποινικοποιήσουν.
Το Μάη του 2012, η ευρωπαία επίτροπος Cecilia Malmström που εκτελεί καθήκοντα «υπουργού εσωτερικών» της ΕΕ, ανακοίνωσε πρωτοβουλίες για την «από-ριζοσπαστικοποίηση» που στόχευαν τον «εξτρεμισμό, δεξιό κι αριστερό» τόσο γενικά και αόριστα. Για την επίτευξή τους, μια άλλη γραμμή του προϋπολογισμού χρηματοδοτεί το «Δίκτυο ενάντια στη Ριζοσπαστικοποίηση».
Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΣΤΟ ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
Με αφορμή τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα μια συζήτηση έλαβε χώρα στην Ευρωβουλή πάνω στο «δεξιό εξτρεμισμό». Δεν ήταν λίγοι οι Ευρωβουλευτές που παραπονέθηκαν γιατί δε συμπεριλήφθηκε και ο «αριστερός εξτρεμισμός». Ο επικεφαλής του γαλλικού Μετώπου της Αριστεράς, Jean-Luc Mélénchon, ζήτησε από τους παραπονούμενους να του υποδείξουν συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου συγκεκριμένες ομάδες όπως μετανάστες, ομοφυλόφιλοι ή πολιτικοί αντίπαλοι έχουν γίνει συστηματικός στόχος φονικών επιθέσεων από υποτιθέμενους «αριστερούς εξτρεμιστές». Ο Σλοβένος Milan Zver του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος αρκέστηκε να του απαντήσει ότι «είναι γνωστό ότι στην Ευρώπη χρησιμοποιείται βία από την αριστερά και κυνηγούνται πολιτικοί της δεξιάς». Μάλλον θα εννοούσε τα «τάγματα εφόδου» στα οποία αναφέρεται συχνά ο Πάγκαλος και είναι οπλισμένα μέχρι τα δόντια με.. γιαούρτια. O Πολωνός Ryszard Legutko δε παρέλειψε να πει ότι κατά τη γνώμη του «η Ευρώπη δεν απειλείται από το φάντασμα του Χίτλερ αλλά από το φάντασμα του Λένιν».
ΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΧΩΡΙΣΕΙ Η ΕΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ;
Σε πρόσφατο άρθρο του, ο Νίκος Μπογιόπουλος εξήγησε πώς καπιταλιστικοί όμιλοι όπως η Siemens, η Krupp ή η Deutsche Bank που είναι σήμερα ανάμεσα στους κύριους επωφελημένους από την «ευρωπαϊκή ενοποίηση», έτσι όπως αυτή συντελείται, ήταν οι ίδιοι με αυτούς που είχαν παρέχει καθοριστική στήριξη στη Χίτλερ. Το οικοδόμημα της ΕΕ άρχισε να χτίζεται από την Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) το 1951 . Η κοινή αυτή αγορά ήταν ένα σχέδιο που οι βιομήχανοι Γαλλίας, Βελγίου, Λουξεμβούργου και Γερμανίας προωθούσαν και πριν από τον πόλεμο με την πλήρη στήριξη του πανευρωπαϊστικού κινήματος, το οποίο δε σταμάτησε να ζητά την εφαρμογή του σχεδίου ακόμα κι όταν η Γερμανία είχε ήδη πέσει στα χέρια των Ναζί, στο όνομα της «μη απομόνωσής» της. Οι περισσότεροι βιομήχανοι στις κατεχόμενες χώρες διατήρησαν την περιουσία τους κατά τη διάρκεια του πολέμου παράγοντας για τη ναζιστική πολεμική μηχανή. Σύμφωνα με τη διδακτορική διατριβή της ιστορικού Mauve Carbonell από τα εννιά μέλη της πρώτης Υψηλής Αρχής της ΕΚΑΧ (προγόνου της σημερινής Κομισιόν), ένας ήταν υπολοχαγός της Βέρμαχτ κατά τη διάρκεια και των έξι χρ� �νων του πολέμου (Franz Etzel) , ένας στέλεχος του υπουργείου οικονομικών της δωσιλογικής κυβέρνησης στην Ολλανδία (Dirk Spierenburg) κι ένας βιομήχανος που συμμετείχε στις οικονομικές δομές του καθεστώτος Πεταίν (Léon Daum). Αργότερα μέλη της Υψηλής Αρχής διετέλεσαν επίσης, ο Karl-Maria Hettlage (1962-1967) επίτιμο μέλος των Ες-Ες και υψηλόβαθμος του ναζιστικού υπουργείου εξοπλισμών και ο Ολλανδός Johannes Linthorst Homan (1968-1971) που συμμετείχε σε δωσιλογικό κίνημα στην αρχή του πολέμου.
Τελικά, η συχνή αυτή μεταπήδηση των ευρωπαϊστών στο ένα από τα δύο άκρα τα οποία υποτίθεται ότι καταδιώκουν και πίσω ξανά στον «κεντρώο ευρωπαϊσμό», ίσως να μην είναι και τόσο τυχαία. Από τα γεννοφάσκια της, η ΕΕ προωθεί ένα πολύ συγκεκριμένο μοντέλο «δημοκρατίας». Η δυσπιστία προς τη λαϊκή κυριαρχία είναι συστατικό της στοιχείο. Εμπεριέχεται λοιπόν στο οικοδόμημα της ΕΕ, η αμφισβήτηση του βασικού αυτού στοιχείου των αστικών συνταγμάτων που είναι η λαϊκή κυριαρχία. Ο Friedrich Hayek,ιδρυτής κατά κάποιο τρόπο του Νεοφιλελευθερισμού, ήταν ένθερ μος υποστηρικτής του ευρωπαϊκού φεντεραλισμού από το μεσοπόλεμο και ένθερμος υποστηρικτής της ΕΟΚ. Τα κείμενα του μάλιστα επηρέασαν την ιδρυτική της Συνθήκη της Ρώμης.
Το 1939 έγραφε ότι το βασικό «πλεονέκτημα» μιας ομοσπονδίας είναι ότι «αναμφίβολα η δυνατότητα ρύθμισης της οικονομικής δραστηριότητας θα είναι πολύ πιο περιορισμένη για μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση από ότι για κυβερνήσεις εθνών-κρατών». Κατά συνέπεια, οι συνδικαλιστικές κι επαγγελματικές ενώσεις δε θα έχουν υπολογίσιμη δυνατότητα να επιβάλουν στις κυβερνήσεις μέτρα προστασίας της εργασίας. «Η ομοσπονδία», λέει, «θα έχει αρνητική δύναμη ώστε να εμποδίζει τα κράτη μέλη της να επεμβαίνουν στην οικονομία και όχι θετική δύναμη για να επεμ βαίνει στη θέση τους». Θεωρεί ότι λαοί με διαφορετικές κουλτούρες και ιστορία δεν πρόκειται ποτέ να δεχθούν σε ομοσπονδιακό επίπεδο μια δύναμη ικανή να οργανώνει την παραγωγή και την κατανάλωση με βάση ένα πλάνο. Και «καθότι μέσα σε μια ομοσπονδία, η δυνατότητα αυτή δε μπορεί να αφήνεται ούτε στα έθνη-κράτη, μια ομοσπονδία σημαίνει βασικά ότι σε κανένα από τα δύο επίπεδα εξουσίας δε θα υπάρχει δυνατότητα ενός σοσιαλιστικού σχεδιασμού της οικονομικής ζωής». Για το Χάγιεκ λοιπόν η ευρωπαϊκή ομοσπονδία είναι ρητά ένας τρόπος να προστατε� �τεί η καπιταλιστική τάξη πραγμάτων από τη σοσιαλιστική απειλή.
Στα επίσημα ντοκουμέντα της ΕΕ και ειδικά σε αυτά που αναφέρονται στην «καλή διακυβέρνηση» ο όρος «πολίτης» εμφανίζεται όλο και πιο σπάνια και ο όρος «ενδιαφερόμενο μέρος» που αναφέρεται σε επιχειρήσεις, ομίλους και οικονομικούς κλάδους, όλο και πιο συχνά. Ενώ μάλιστα η ομοσπονδοποίηση προχωρά με βήμα γοργό εκμεταλλευόμενη την κρίση όπως είχαν ονειρευτεί οι Hayek και Friedman, στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δηλώνει ότι οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη μια «δημοκρατικής» πολιτικής ένωσης είναι η «ελευθερία συμμετοχής στην αγορά, η προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και η τήρηση των συμβολαίων».
Πρόκειται για μια «δημοκρατία» στην οποία η μονάδα που μαζί με τις άλλες μοιράζεται την κυριαρχία δεν είναι ο πολίτης (και δη ο εργαζόμενος πολίτης όπως επιδιώκει η αριστερά), αλλά οι εταιρείες και οι κεφαλαιούχοι ως τα «ενδιαφερόμενα μέρη». Πόσο άραγε απέχει αυτό από εκείνη τη δήλωση ευγνωμοσύνης του Γερμανού βιομήχανου Κrupp προς το Χίτλερ που «επέστρεψε τον εργάτη στο έθνος του, τον μετέτρεψε σε πειθαρχημένο στρατιώτη της εργασίας και συνεπώς σύντροφό μας» (σ.σ. σύντροφο των βιομηχάνων);
Ένας άλλος υποστηρικτής της ομοσπονδιακής διακυβέρνησης τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο George Soros, δεν κρύβει την ελιτίστικη αντίληψή του: «σήμερα η ιδέα για μεγαλύτερη συμμετοχή έχει γίνει της μόδας. Προσωπικά είμαι περισσότερο υπέρ των ελίτ». Ίσως εδώ να βρίσκεται η εξήγηση γιατί η ΕΕ δε σοκάρεται και τόσο από την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Στο κάτω-κάτω συμφωνούν μεταξύ τους ότι η μεγάλη μάζα των πολιτών θα πρέπει να είναι απλά άβουλοι ψηφοφόροι, καταναλωτές κι εργαζόμενοι χωρίς ενεργητική συμμετοχή στην πολιτ� �κή και οικονομική ζωή. Τα περισσότερα ακροδεξιά κόμματα εξάλλου δεν είναι καν υπέρ της εξόδου από το Ευρώ.
Στις ιδεολογίες αυτές της κυριαρχίας των καπιταλιστικών ελίτ, η Αριστερά πρέπει να αντιτάξει την πίστη ότι είναι δυνατόν να οικοδομηθεί μια δημοκρατία των εργαζομένων στην οποία οι άνθρωποι θα συναποφασίζουν ενεργά το πώς θα αξιοποιούν τα αποτελέσματα της εργασίας τους. Η ρήξη με το ολιγαρχικό οικοδόμημα της ΕΕ είναι όρος απαραίτητος για μια πορεία στην κατεύθυνση αυτή.
Όταν, το 2004, η ΕΕ διευρυνόταν προς ανατολάς με την ένταξη οκτώ ανατολικό-ευρωπαϊκών χωρών, η ρητορεία περί «επανένωσης της Ευρώπης» είχε φτάσει στο απόγειό της. Η «Ευρώπη» είχε νικήσει τους «δίδυμους ολοκληρωτισμούς των φασιστικών και κομμουνιστικών καθεστώτων» και πλέον η «λεωφόρος της δημοκρατίας και της ευημερίας» ήταν ανοιχτή.
«ΦΤΙΑΧΝΟΝΤΑΣ» ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Αυτό βέβαια που «ξέχναγε» να εξηγήσει η κυρίαρχη προπαγάνδα ήταν πότε ακριβώς ήταν προηγούμενα ενωμένη η Ευρώπη. Η αλήθεια είναι ότι τελευταία φορά που είχαν ακουστεί πανηγυρισμοί για την επίτευξη της «ενοποίησης» της Ευρώπης ήταν από τους υποστηρικτές του Ναζισμού κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Γερμανός φιλελεύθερος πολιτικός Hjalmar Schacht έγραφε ήδη το Γενάρη του 1933 στον επικεφαλής του «Πανευρωπαϊκού Κινήματος» Coudenhove-Καλλέργη του οποίου ήταν συμπαθών: «o Χίτλερ είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί επαναπροσεγγίσει τη Γερμ� �νία με τις δυνάμεις της Δύσης. Θα δείτε! Ο Χίτλερ θα φτιάξει την Πανευρώπη».
Ο Coudenhove-Καλλέργης θεωρείται ένας από τους «πατέρες» της σημερινής ΕΕ. Πρόσφατα μάλιστα ο πρόεδρος του Συμβουλίου της ΕΕ, Herman Van Rompuy, τιμήθηκε με το «βραβείο Coudenhove-Καλλέργη». Όταν ο Καλλέργης ίδρυσε το κίνημα του το 1922, η βασική απειλή απέναντι στην οποία η Ευρώπη έπρεπε να ενωθεί ήταν η Σοβιετική Ένωση, αλλά και η Τρίτη Διεθνής. Αργότερα στη δεκαετία του '30 υιοθέτησε τη θεωρία των «δύο άκρων», καθότι ο « ευρωπαϊκός πολιτισμός» έπρεπε να αμυνθεί τόσο απέναντι στον κοινωνικό πόλεμο των κομμουνιστών, όσο και στον εθνικό του Χίτλερ. Ο οπαδό ς του H. Schacht, ωστόσο, που συχνά άνοιγε τις συγκεντρώσεις των Πανευρωπαϊστών, προτίμησε να διαλέξει άκρο και λίγες μέρες μετά το σχηματισμό της δεύτερης κυβέρνησης συνασπισμού ανάμεσα στοΣυντηρητικό Κόμμα (DNVP) και τους Ναζί επαναδιορίστηκε πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας και εφάρμοσε πολιτικές συμπίεσης των μισθών όπως και αργότερα σαν υπουργός οικονομικών του Χίτλερ.
Κάποια χρόνια αργότερα, ο ηγέτης του γαλλικού δωσιλογικού κόμματος «Λαϊκή Εθνική Συσπείρωση» Marcel Déat έγραφε, λίγες μέρες μετά την επίθεση των Ναζί στη Σοβιετική Ένωση: «ο ευρωπαϊκός πόλεμος παίρνει τώρα το αληθινό του νόημα, αυτό της κοινής άμυνας ενάντια στο μπολσεβικισμό και μιας μεγάλης επανάστασης για να οικοδομήσει την Ευρώπη και να φτιάξει ένα νέο πολιτισμό».
Το σύνθημα για «φτιάξιμο ή οικοδόμηση της Ευρώπης» είναι σήμερα στα χείλη των περισσοτέρων κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων. Όταν τα ναζιστικά στρατεύματα προχωρούσαν μέσα στο σοβιετικό έδαφος, οι Γάλλοι δωσίλογοι επίχαιραν: «σήμερα, η Ουκρανία, ο σιτοβολώνας της Ρωσίας, που μόλις χθες ήταν εκτός Ευρώπης, επιστρέφει στην ευρωπαϊκή κοινότητα». Εκπληκτική είναι η ομοιότητα με τη σημερινή αντίληψη περί κινητών ορίων της Ευρώπης με βάση πολιτικά κριτήρια. Συνέχιζαν όμως οι δωσίλογοι: «η μερίδα ψωμιού μπορεί τώρα να αυξηθεί στη Γερμανία. Κ ι αν είναι λογικό και δίκαιο, ο γερμανικός λαός να επωφεληθεί πρώτος από τον κόπο του και τα κεκτημένα του, αύριο όλη η Ευρώπη θα δει να αυξάνεται η μερίδα του ψωμιού». Θυμίζει τη λογική των σημερινών Νεοφιλελεύθερων που θεωρούν ότι είναι δίκαιο η Γερμανία να πλήττεται λιγότερο από την κρίση καθότι οι Γερμανοί «έκαναν τον κόπο» να κάνουν «μεταρρυθμίσεις όταν έπρεπε» και οι υπόλοιποι δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε το παράδειγμα τους, ώστε κάποια στιγμή να έχουμε κι εμείς ανάπτυξη και λιγότερη ανεργία.
Η ναζιστική προπαγάνδα χρησιμοποίησε τις παν-ευρωπαϊστικές ιδέες που είχε διασπείρει το κίνημα του Coudenhove-Καλλέργη ώστε να εξασφαλίσει τη συνεργασία των κρατικών υπαλλήλων με τον κατακτητή στη Γαλλία και πολλές άλλες χώρες. Ο Καλλέργης και πολλοί άλλοι ευρωπαϊστές λούφαξαν κατά τη διάρκεια του πολέμου μη συμμετέχοντας στην αντιφασιστική πολεμική προσπάθεια, ενώ πολλοί οπαδοί τους συνεργάστηκαν ενεργά με τους Ναζί.
«ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ = ΕΓΚΛΗΜΑ»
Στα τέλη του 20ου αιώνα, η κίνηση για την ολοκλήρωση της ευρω-ενωσιακής αγοράς συνέπεσε με την πτώση των, δυστυχώς, γραφειοκρατικών και χωρίς εργατική δημοκρατία συστημάτων του πρώιμου σοσιαλισμού και την εκεί πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού. Η στιγμή είχε έρθει λοιπόν η Ευρώπη να «ξανα-ενωθεί» μέσα σε πανηγυρισμούς για την αποτυχία του πρώτου μεγάλης έκτασης σοσιαλιστικού εγχειρήματος στο έδαφός της και έντονης καταδίκης της κομμουνιστικής, μαρξιστικής και κάθε ιδεολογίας που καλούσε στην ανατροπή του καπιταλισμού, ο οποίος αναβ απτιζόταν σε «οικονομία της αγοράς».
Επί είκοσι χρόνια προωθήθηκε μέσα από δραστηριότητες διαφόρων τύπου, η ρητορεία περί «ολοκληρωτικών καθεστώτων», των ισότιμα επικίνδυνων «κόκκινου και μαύρου αυταρχισμού», της ταύτισης του Στάλιν με το Χίτλερ κλπ.. Ανάμεσα στα νέα κράτη-μέλη της ΕΕ με τη διεύρυνση του 2004 ήταν και τρεις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες: η Εσθονία, η Λιθουανία και η Λετονία. Με την υποστήριξη των αμερικανών και ευρωπαίων μεντόρων τους, οι κυβερνήσεις τους έβαλαν ως όρο της ένταξή τους (!), τη ρητή καταδίκη του κομμουνισμού.
Το 2008 ήρθε η πρώτη επισημοποίηση των δογμάτων αυτών από την ΕΕ με την καθιέρωση της 23ηςΑυγούστου ως «ευρωπαϊκής μέρας μνήμης των θυμάτων του Σταλινισμού και του Ναζισμού». Ολοκληρώθηκε το 2009 με την υπερψήφιση του Ψηφίσματος «σχετικά με την ευρωπαϊκή συνείδηση και τον ολοκληρωτισμό» από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η αγγλική εκδοχή του κειμένου αυτού μιλά για «κοινή κληρονομιά (common legacy) των φασιστικών και κομμουνιστικών καθεστώτων» με τρόπο εντελώς ανιστόρητο και προσβλητικό για τους εκατομμύρια κομμουνιστές και τους συναγωνιστές τους που έδωσαν πλάι στη Σοβιετική Ένωση ένα τιτάνιο αγώνα κατά του φασισμού πριν, κατά τη διάρκεια και πολλές φορές και μετά τον πόλεμο πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, εξοριών και βασανιστηρίων.
Η ελληνική μετάφραση του κειμένου αλλάζει το νόημα μιλώντας για την Ευρώπη που πρέπει να αναγνωρίσει «τα φασιστικά και κομμουνιστικά καθεστώτα ως μέρος της κοινής ιστορίας της». Το μεταφραστικό «λάθος» αυτό μάλλον δεν είναι πολιτικά ουδέτερο, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι εκ μέρους της προ-μνημονιακής Ελλάδας τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ δεν είχαν τολμήσει να υπερψηφίσουν το κατάπτυστο αυτό κείμενο.
Οι δεξιές κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης προωθούσαν μια πιο σκληρή εκδοχή του που καταδίκαζε γενικά τον «κομμουνισμό» ως εγκληματική ιδεολογία, και όχι απλά τα «κομμουνιστικά καθεστώτα». Η πλειοψηφία της δυτικο-ευρωπαϊκής δεξιάς ήταν έτοιμη να στηρίξει την εκδοχή αυτή, αλλά χρειαζόταν να έρθει σε συμβιβασμό με ορισμένους σοσιαλδημοκράτες που «έκαναν τους δύσκολους», ώστε να εξασφαλίσει τις απαιτούμενους ψήφους στην ολομέλεια του ευρω-κοινοβουλίου. Και μόνο η συζήτηση όμως γύρω από μια τέτοια διατύπωση, δείχνει καθαρά ότι απώτε ρος στόχος του ψηφίσματος αυτού είναι η ποινικοποίηση του Κομμουνισμού με την ευρεία έννοια, της ιδέας δηλαδή ότι η λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας μπορεί να βασιστεί στην κοινοκτημοσύνη της υλικής και πνευματικής παραγωγής. Η «δημοκρατία» στη λογική τους ταυτίζεται με το απαραβίαστο της ατομικής και εταιρικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και άρα οποιαδήποτε αντικαπιταλιστική τάση πρέπει να θεωρείται εγκληματική.
Προς το τέλος του κειμένου λέγεται ότι για τα θύματα «δεν έχει σημασία ποιο καθεστώς τους αφαίρεσε την ελευθερία, τους βασάνισε ή τους δολοφόνησε, για οποιονδήποτε λόγο», αλλά φυσικά παραλείπεται οποιαδήποτε αναφορά σε μαζικές εκτελέσεις και βασανισμούς που διεπράχθησαν από αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες τόσο σε αποικίες και ξένα εδάφη, όσο και στο ίδιο τους το έδαφος (όπως πχ. η σφαγή των Αλγερινών στο Παρίσι το 1961).
ΝΕΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ
Ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυψε πρόσφατα ένα κονδύλι του προϋπολογισμού της ΕΕ ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη διοργάνωση προγραμμάτων με στόχο «να κρατηθεί ζωντανή η μνήμη των θυμάτων του Ναζισμού και του Σταλινισμού (…) και να βελτιωθεί η γνώση (…) σχετικά με τη μαζική εξολόθρευση [αμάχων] πολιτών». Από το κονδύλι αυτό εισέπραξε φέτος 60.909 ευρώ το Λιθουανικό ερευνητικό κέντρο για τη «Γενοκτονία και την Αντίσταση» (LGGRTC) το οποίο τιμά ως εθνικό ήρωα τον Povilas Plechavičius αρχηγό της LVR ή Litauische Sonderverbände, μιας ομάδας που πολέμησε τον Κόκκινο Στρατό κάτ ω από τις εντολές της Βέρμαχτ. Χρήματα λοιπόν των ευρωπαίων φορολογουμένων, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων – ένα ποσοστό πχ. του ΦΠΑ που πληρώνουμε πάει κατευθείαν στην ΕΕ – χρησιμοποιούνται για να δοξάζεται η μνήμη τέτοιων ανθρώπων. Δε θα ήταν απίθανο στο μέλλον, να χρηματοδοτηθούν από το κονδύλι αυτό το γυάλισμα του μνημείου των εσθονικών Ες-Ες στο Λίχουλα ή το μνημείο των ηττημένων ταγματασφαλιτών στο Μελιγαλά. Κατά τα άλλα, η ΕΕ θα πρέπει να μας εξηγήσει που ακριβώς στο έδαφός της έγινε μαζική εξολόθρευση αμάχων από «σταλινικούς� � για να πρέπει να τη μνημονεύουμε.
Τον Οκτώβρη του 2013, η ευρωπαϊκή αρχή για τα θεμελιώδη δικαιώματα (FRA) δημοσίευσε τη συμβολή της για το νέο πρόγραμμα-πλαίσιο για το ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Σε αυτή θεωρεί αδόκιμο να χρησιμοποιούνται οι όροι «δεξιός» ή «αριστερός εξτρεμισμός» – τους οποίους κατά τα άλλα, βάζει στο ίδιο καλάθι – γιατί έτσι «συσκοτίζεται», λέει, το ρατσιστικό, αντισημιτικό ή ομοφοβικό κίνητρο των εγκλημάτων. Μας λέει ακόμα ότι πολύ μικρό ποσοστό των ρατσιστικών επιθέσεων γίνεται από ακρο-δεξιούς. Μάλλον θα θεωρούν ότι οι ρατσιστικές επιθέσεις γίνοντ αι από οργισμένες μαζορέτες ή άνεργους ναυαγοσώστες. Δεν εξηγούν επίσης αν έχουν ποτέ ακούσει για αριστερές ομάδες που κυνηγούν μετανάστες. Μ'αυτά και μ'άυτά όμως, η ΕΕ κλείνει απολύτως τα μάτια στο είδος του εγκλήματος που είχαμε στην περίπτωση του Παύλου Φύσσα: την πολιτική δολοφονία. Το να ξεκινούν κάποιες ομάδες (μάλλον ακροδεξιές παρά.. ναυαγοσωστικές) να σκοτώνουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Αυτό ταιριάζει απόλυτα με τον τρόπο, που επιλέγουν να μνημονεύουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, παραβλέποντας ότι εκεί δε μαρ� �ύρησαν άνθρωποι μοναχά λόγω της εβραϊκής, τσιγγάνικης ή άλλης καταγωγής τους, αλλά και λόγω των πολιτικών τους ιδεών. Ίσως να μην είναι τόσο περίεργο αν αναλογιστούμε ότι πρόκειται στην ουσία για τις ίδιες πολιτικές ιδέες – αυτές του αντικαπιταλισμού, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού – τις οποίες τώρα προσπαθούν να ποινικοποιήσουν.
Το Μάη του 2012, η ευρωπαία επίτροπος Cecilia Malmström που εκτελεί καθήκοντα «υπουργού εσωτερικών» της ΕΕ, ανακοίνωσε πρωτοβουλίες για την «από-ριζοσπαστικοποίηση» που στόχευαν τον «εξτρεμισμό, δεξιό κι αριστερό» τόσο γενικά και αόριστα. Για την επίτευξή τους, μια άλλη γραμμή του προϋπολογισμού χρηματοδοτεί το «Δίκτυο ενάντια στη Ριζοσπαστικοποίηση».
Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΣΤΟ ΕΥΡΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
Με αφορμή τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα μια συζήτηση έλαβε χώρα στην Ευρωβουλή πάνω στο «δεξιό εξτρεμισμό». Δεν ήταν λίγοι οι Ευρωβουλευτές που παραπονέθηκαν γιατί δε συμπεριλήφθηκε και ο «αριστερός εξτρεμισμός». Ο επικεφαλής του γαλλικού Μετώπου της Αριστεράς, Jean-Luc Mélénchon, ζήτησε από τους παραπονούμενους να του υποδείξουν συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου συγκεκριμένες ομάδες όπως μετανάστες, ομοφυλόφιλοι ή πολιτικοί αντίπαλοι έχουν γίνει συστηματικός στόχος φονικών επιθέσεων από υποτιθέμενους «αριστερούς εξτρεμιστές». Ο Σλοβένος Milan Zver του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος αρκέστηκε να του απαντήσει ότι «είναι γνωστό ότι στην Ευρώπη χρησιμοποιείται βία από την αριστερά και κυνηγούνται πολιτικοί της δεξιάς». Μάλλον θα εννοούσε τα «τάγματα εφόδου» στα οποία αναφέρεται συχνά ο Πάγκαλος και είναι οπλισμένα μέχρι τα δόντια με.. γιαούρτια. O Πολωνός Ryszard Legutko δε παρέλειψε να πει ότι κατά τη γνώμη του «η Ευρώπη δεν απειλείται από το φάντασμα του Χίτλερ αλλά από το φάντασμα του Λένιν».
ΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΧΩΡΙΣΕΙ Η ΕΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ;
Σε πρόσφατο άρθρο του, ο Νίκος Μπογιόπουλος εξήγησε πώς καπιταλιστικοί όμιλοι όπως η Siemens, η Krupp ή η Deutsche Bank που είναι σήμερα ανάμεσα στους κύριους επωφελημένους από την «ευρωπαϊκή ενοποίηση», έτσι όπως αυτή συντελείται, ήταν οι ίδιοι με αυτούς που είχαν παρέχει καθοριστική στήριξη στη Χίτλερ. Το οικοδόμημα της ΕΕ άρχισε να χτίζεται από την Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) το 1951 . Η κοινή αυτή αγορά ήταν ένα σχέδιο που οι βιομήχανοι Γαλλίας, Βελγίου, Λουξεμβούργου και Γερμανίας προωθούσαν και πριν από τον πόλεμο με την πλήρη στήριξη του πανευρωπαϊστικού κινήματος, το οποίο δε σταμάτησε να ζητά την εφαρμογή του σχεδίου ακόμα κι όταν η Γερμανία είχε ήδη πέσει στα χέρια των Ναζί, στο όνομα της «μη απομόνωσής» της. Οι περισσότεροι βιομήχανοι στις κατεχόμενες χώρες διατήρησαν την περιουσία τους κατά τη διάρκεια του πολέμου παράγοντας για τη ναζιστική πολεμική μηχανή. Σύμφωνα με τη διδακτορική διατριβή της ιστορικού Mauve Carbonell από τα εννιά μέλη της πρώτης Υψηλής Αρχής της ΕΚΑΧ (προγόνου της σημερινής Κομισιόν), ένας ήταν υπολοχαγός της Βέρμαχτ κατά τη διάρκεια και των έξι χρ� �νων του πολέμου (Franz Etzel) , ένας στέλεχος του υπουργείου οικονομικών της δωσιλογικής κυβέρνησης στην Ολλανδία (Dirk Spierenburg) κι ένας βιομήχανος που συμμετείχε στις οικονομικές δομές του καθεστώτος Πεταίν (Léon Daum). Αργότερα μέλη της Υψηλής Αρχής διετέλεσαν επίσης, ο Karl-Maria Hettlage (1962-1967) επίτιμο μέλος των Ες-Ες και υψηλόβαθμος του ναζιστικού υπουργείου εξοπλισμών και ο Ολλανδός Johannes Linthorst Homan (1968-1971) που συμμετείχε σε δωσιλογικό κίνημα στην αρχή του πολέμου.
Τελικά, η συχνή αυτή μεταπήδηση των ευρωπαϊστών στο ένα από τα δύο άκρα τα οποία υποτίθεται ότι καταδιώκουν και πίσω ξανά στον «κεντρώο ευρωπαϊσμό», ίσως να μην είναι και τόσο τυχαία. Από τα γεννοφάσκια της, η ΕΕ προωθεί ένα πολύ συγκεκριμένο μοντέλο «δημοκρατίας». Η δυσπιστία προς τη λαϊκή κυριαρχία είναι συστατικό της στοιχείο. Εμπεριέχεται λοιπόν στο οικοδόμημα της ΕΕ, η αμφισβήτηση του βασικού αυτού στοιχείου των αστικών συνταγμάτων που είναι η λαϊκή κυριαρχία. Ο Friedrich Hayek,ιδρυτής κατά κάποιο τρόπο του Νεοφιλελευθερισμού, ήταν ένθερ μος υποστηρικτής του ευρωπαϊκού φεντεραλισμού από το μεσοπόλεμο και ένθερμος υποστηρικτής της ΕΟΚ. Τα κείμενα του μάλιστα επηρέασαν την ιδρυτική της Συνθήκη της Ρώμης.
Το 1939 έγραφε ότι το βασικό «πλεονέκτημα» μιας ομοσπονδίας είναι ότι «αναμφίβολα η δυνατότητα ρύθμισης της οικονομικής δραστηριότητας θα είναι πολύ πιο περιορισμένη για μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση από ότι για κυβερνήσεις εθνών-κρατών». Κατά συνέπεια, οι συνδικαλιστικές κι επαγγελματικές ενώσεις δε θα έχουν υπολογίσιμη δυνατότητα να επιβάλουν στις κυβερνήσεις μέτρα προστασίας της εργασίας. «Η ομοσπονδία», λέει, «θα έχει αρνητική δύναμη ώστε να εμποδίζει τα κράτη μέλη της να επεμβαίνουν στην οικονομία και όχι θετική δύναμη για να επεμ βαίνει στη θέση τους». Θεωρεί ότι λαοί με διαφορετικές κουλτούρες και ιστορία δεν πρόκειται ποτέ να δεχθούν σε ομοσπονδιακό επίπεδο μια δύναμη ικανή να οργανώνει την παραγωγή και την κατανάλωση με βάση ένα πλάνο. Και «καθότι μέσα σε μια ομοσπονδία, η δυνατότητα αυτή δε μπορεί να αφήνεται ούτε στα έθνη-κράτη, μια ομοσπονδία σημαίνει βασικά ότι σε κανένα από τα δύο επίπεδα εξουσίας δε θα υπάρχει δυνατότητα ενός σοσιαλιστικού σχεδιασμού της οικονομικής ζωής». Για το Χάγιεκ λοιπόν η ευρωπαϊκή ομοσπονδία είναι ρητά ένας τρόπος να προστατε� �τεί η καπιταλιστική τάξη πραγμάτων από τη σοσιαλιστική απειλή.
Στα επίσημα ντοκουμέντα της ΕΕ και ειδικά σε αυτά που αναφέρονται στην «καλή διακυβέρνηση» ο όρος «πολίτης» εμφανίζεται όλο και πιο σπάνια και ο όρος «ενδιαφερόμενο μέρος» που αναφέρεται σε επιχειρήσεις, ομίλους και οικονομικούς κλάδους, όλο και πιο συχνά. Ενώ μάλιστα η ομοσπονδοποίηση προχωρά με βήμα γοργό εκμεταλλευόμενη την κρίση όπως είχαν ονειρευτεί οι Hayek και Friedman, στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δηλώνει ότι οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη μια «δημοκρατικής» πολιτικής ένωσης είναι η «ελευθερία συμμετοχής στην αγορά, η προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και η τήρηση των συμβολαίων».
Πρόκειται για μια «δημοκρατία» στην οποία η μονάδα που μαζί με τις άλλες μοιράζεται την κυριαρχία δεν είναι ο πολίτης (και δη ο εργαζόμενος πολίτης όπως επιδιώκει η αριστερά), αλλά οι εταιρείες και οι κεφαλαιούχοι ως τα «ενδιαφερόμενα μέρη». Πόσο άραγε απέχει αυτό από εκείνη τη δήλωση ευγνωμοσύνης του Γερμανού βιομήχανου Κrupp προς το Χίτλερ που «επέστρεψε τον εργάτη στο έθνος του, τον μετέτρεψε σε πειθαρχημένο στρατιώτη της εργασίας και συνεπώς σύντροφό μας» (σ.σ. σύντροφο των βιομηχάνων);
Ένας άλλος υποστηρικτής της ομοσπονδιακής διακυβέρνησης τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο George Soros, δεν κρύβει την ελιτίστικη αντίληψή του: «σήμερα η ιδέα για μεγαλύτερη συμμετοχή έχει γίνει της μόδας. Προσωπικά είμαι περισσότερο υπέρ των ελίτ». Ίσως εδώ να βρίσκεται η εξήγηση γιατί η ΕΕ δε σοκάρεται και τόσο από την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Στο κάτω-κάτω συμφωνούν μεταξύ τους ότι η μεγάλη μάζα των πολιτών θα πρέπει να είναι απλά άβουλοι ψηφοφόροι, καταναλωτές κι εργαζόμενοι χωρίς ενεργητική συμμετοχή στην πολιτ� �κή και οικονομική ζωή. Τα περισσότερα ακροδεξιά κόμματα εξάλλου δεν είναι καν υπέρ της εξόδου από το Ευρώ.
Στις ιδεολογίες αυτές της κυριαρχίας των καπιταλιστικών ελίτ, η Αριστερά πρέπει να αντιτάξει την πίστη ότι είναι δυνατόν να οικοδομηθεί μια δημοκρατία των εργαζομένων στην οποία οι άνθρωποι θα συναποφασίζουν ενεργά το πώς θα αξιοποιούν τα αποτελέσματα της εργασίας τους. Η ρήξη με το ολιγαρχικό οικοδόμημα της ΕΕ είναι όρος απαραίτητος για μια πορεία στην κατεύθυνση αυτή.
πηγή
Πηγή: http://www.ramnousia.com/
No comments:
Post a Comment